Τραπεζικό ίδρυμα στην Ελλάδα αναζητούν κινέζοι επιχειρηματίες, οι οποίοι πληθαίνουν όλο και περισσότερο τις επισκέψεις τους στην Αθήνα καθώς ενδιαφέρονται θερμά να επενδύσουν στη χώρα. Οπως μεταδίδουν κύκλοι του υπουργείου Ανάπτυξης
μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά στην Κίνα, η Ελλάδα φαίνεται να παίρνει διαφορετική προτεραιότητα στην κινεζική ατζέντα, αφού το Πεκίνο θεωρεί ότι εν πρώτοις η χώρα θα παραμείνει στο κοινό νόμισμα, εν συνεχεία ότι η μείωση των αξιών δημιουργεί σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες και, τέλος, η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ιδεώδη εταίρο και προγεφύρωμα στη Δύση για τα συμφέροντα της αναδυόμενης υπερδύναμης.
μετά την επίσκεψη του πρωθυπουργού κ. Αντώνη Σαμαρά στην Κίνα, η Ελλάδα φαίνεται να παίρνει διαφορετική προτεραιότητα στην κινεζική ατζέντα, αφού το Πεκίνο θεωρεί ότι εν πρώτοις η χώρα θα παραμείνει στο κοινό νόμισμα, εν συνεχεία ότι η μείωση των αξιών δημιουργεί σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες και, τέλος, η Ελλάδα μπορεί να αποτελέσει ιδεώδη εταίρο και προγεφύρωμα στη Δύση για τα συμφέροντα της αναδυόμενης υπερδύναμης.
Ενδιαφέρον για όλα
Το κινεζικό ενδιαφέρον εστιάζει σε ένα πλήθος δραστηριοτήτων της ελληνικής οικονομίας, όπως η τουριστική βιομηχανία, τα μεταλλεία, οι συγχρηματοδοτούμενες υποδομές, οι λιμένες και οι μαρίνες και το αεροδρόμιο «Ελευθέριος Βενιζέλος». Ακόμη, το Πεκίνο ενδιαφέρεται για τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας - πλην των φωτοβολταϊκών -, με έμφαση στα αιολικά πάρκα και στη βιομάζα, ενώ πηγές της αγοράς χαρακτηρίζουν αποκορύφωμα του κινεζικού ενδιαφέροντος τη διερεύνηση εξαγοράς ελληνικής τράπεζας.
Παράλληλα οι Κινέζοι, οι αποστολές των οποίων στην Ελλάδα γίνονται όλο και πιο συχνές, διερευνούν ευκαιρίες στο real estate, τελούν εν αναμονή για τις αποκρατικοποιήσεις και την αξιοποίηση μεγάλων ακινήτων του Δημοσίου, ενώ αναζητούν και ιδιωτικά πρότζεκτ για χρηματοδότηση. Μάλιστα το ενδιαφέρον προέρχεται από δεκάδες φορείς, τόσο ιδιωτικούς όσο και συνδεδεμένους με το κινεζικό κράτος, ενώ δουλειές έχουν ανοίξει και για τους εν Αθήναις εξωτερικούς συμβούλους τους, τους οποίους, κατά την προσφιλή τους συνήθεια, αλλάζουν διαρκώς!
Οπως μεταδίδουν πηγές της αγοράς, παρουσιάζεται μια πολύ καλή και ανώδυνη ευκαιρία σύνδεσης της Κίνας με την Ευρώπη, η οποία, αν γίνει σωστά, μπορεί να ωφελήσει και τα δύο μέρη. Μάλιστα, παρουσιάζεται και μια σπάνια συγκυρία κατά την οποία συμπίπτουν τα ελληνικά με τα γερμανικά συμφέροντα, καθώς τόσο η Αθήνα όσο και το Βερολίνο βλέπουν το Πεκίνο ως πολλά υποσχόμενο εταίρο. Ετσι, με δεδομένη τη δεδηλωμένη δυσφορία των Βρυξελλών στο ενδεχόμενο σινικής εμπλοκής στην Ευρώπη, η γερμανική υποστήριξη ίσως διασφαλίσει για την Ελλάδα λιγότερες οχλήσεις από τις κοινοτικές υπηρεσίες της εσωτερικής αγοράς, διαπιστώνουν παράγοντες της αγοράς.
Νέος επενδυτικός νόμος
Το άλλο γεγονός που βελτιώνει κάπως τις προοπτικές ξένων επενδύσεων στη χώρα είναι, σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου Ανάπτυξης (ΥΠΑΝ), ο νέος επενδυτικός νόμος. Και αυτό διότι προβλέπει πως, αν οι αρμόδιες υπηρεσίες δεν αποφανθούν θετικά ή αρνητικά εντός 45 ημερολογιακών ημερών από την κατάθεση ενός φακέλου επένδυσης, τότε ο φάκελος αυτοδικαίως μεταφέρεται στο υπουργείο Ανάπτυξης, στο οποίο θα λειτουργούν υποκατάστατες διευθύνσεις.
Ειδικότερα στο ΥΠΑΝ θα λειτουργήσουν επτά διευθύνσεις στελεχωμένες με 70 άτομα, τα οποία εντός του Ιουλίου θα αποσπαστούν από συναρμόδιες υπηρεσίες που θα αντιστοιχούν σε κομβικά υπουργεία. Ετσι, αν η διοίκηση δεν καταφέρει να πει «ναι» ή «όχι» σε ένα επενδυτικό σχέδιο σε 40 ημέρες, θα αναλάβει το ΥΠΑΝ να «τρέξει» τον φάκελο και να τοποθετηθεί θετικά ή αρνητικά εντός 45 ημερολογιακών ημερών. Ετσι, στόχος είναι εντός 90 ημερών ο κάθε επενδυτής να ξέρει τι θα γίνει με το σχέδιό του.
Ωστόσο, προκειμένου να ενεργοποιηθεί αυτή η διάταξη, πρέπει να εκδοθούν ένα προεδρικό διάταγμα και δύο κοινές υπουργικές αποφάσεις για τη μεταβίβαση των συγκεκριμένων παράλληλων αρμοδιοτήτων στο ΥΠΑΝ. Σύμφωνα με στελέχη του υπουργείου, ο νέος αναπτυξιακός είναι σημαντικός νόμος, δεν είναι συνήθης, αποτελεί γέννημα της κρίσης και προϊόν ευρύτερης πολιτικής συναίνεσης, αφού έρχεται να αντιμετωπίσει το μεγαλύτερο πρόβλημα του ελληνικού κράτους, τη γραφειοκρατία.
HeliosPlus